Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015

Ο Βασίλης Λεβέντης Μιλάει για τις Προφητείες του ’94, τον Ανδρέα και τον Μιντιακό Κανιβαλισμό

Παρκάρει αλαφιασμένος το γκρίζο Toyota Yaris. «Κοίτα εδώ, κάποιοι μου έσπασαν το παρμπρίζ», μου λέει πρώτη κουβέντα. «Γούρι πρόεδρε», ψελλίζω αιφνιδιασμένος. Στην άκρη των χειλιών του σιγοκαίει ένα «ξεχασμένο» τσιγάρο, ενώ η «ετοιμόρροπη» στάχτη, που κινδυνεύει να «γκρεμιστεί» πάνω στο καλοσιδερωμένο πουκάμισο, μοιάζει να αδιαφορεί για τους νόμους της βαρύτητας...
Προς στιγμήν μένουμε αμίλητοι εμπρός από το αυτοκίνητο, «ζυγίζοντας» τη ζημιά στο τζάμι. Την παρατεταμένη σιωπή διακόπτει μια βραχνή γυναικεία φωνή. «Τους έσκισες πρόεδρε, μπράβο, μπράβο!». Μια περαστική γυναίκα πλησιάζει και του σφίγγει εγκάρδια το χέρι. Το κινητό του κουδουνίζει μανιασμένα. «Με 'χουν τρελάνει από χθες, τώρα με θυμήθηκαν όλοι», μου πετά καθώς πλησιάζουμε προς τον αριθμό 26 της οδού Καρόλου. Είναι μια παλιά, σκοτεινή πολυκατοικία με ένα βαριεστημένο θυρωρό στην υποδοχή. «Γεια σου πρόεδρε», τον καλημερίζει καθώς μπαίνουμε την είσοδο. Φτάνοντας στον πέμπτο όροφο, μας περιμένει στο διάδρομο ένας 60άρης άντρας με ψαρά γένια και κουρασμένο βλέμμα. «Εχουν σπάσει τα τηλέφωνα από το πρωί», λέει με μια υποψία αγανάκτησης. Στη μικρή ξύλινη πόρτα των γραφείων είναι κολλημένη μια αφίσα της Ένωσης Κεντρώων με φωτογραφία του προέδρου. Του ανθρώπου που αποτέλεσε την πιο αναπάντεχη έκπληξη των πρόσφατων εκλογών, εξασφαλίζοντας ποσοστό που άγγιξε το 1,79%.
«Που 'σαι βρε Βασίλη; Σε ψάχνει όλος ο κόσμος», του «ορμάει» στην πόρτα μια καλοβαλμένη γυναίκα, «κραδαίνοντας» δυο τηλέφωνα στο χέρι. «Θα βγεις τώρα στην εκπομπή του Χατζηνικολάου στο ραδιόφωνο, στον Real FM», τον ενημερώνει στα γρήγορα. «Να σου φτιάξω έναν ελληνικό καφέ αγόρι μου;», γυρίζει αίφνης σε εμένα. Είναι η σύζυγος του Βασίλη Λεβέντη. Χαρακτηριστικό δείγμα εκείνου του ακούραστου είδους γυναίκας που μπορεί να μεταμορφωθεί μέσα σε δευτερόλεπτα από γραμματέας σε μάνα και από διευθύντρια πολιτικού γραφείου σε νοικοκυρά. Καθώς ψήνει τον καφέ πιάνουμε την κουβέντα. «Ο Βασίλης κανιβαλίστηκε από τα media, τον εξευτέλισαν γιατί έλεγε αλήθειες που ο κόσμος δεν ήταν έτοιμος να ακούσει. Έτσι βρέθηκε στο περιθώριο. Όμως, πίστεψέ με, δεν είναι ούτε γραφικός, ούτε τρελός. Ξέρω καλά ποιον άνθρωπο ερωτεύθηκα, παντρεύτηκα και πέρασα μια ζωή μαζί του. Ο Βασίλης πλήρωσε ακριβά την προσπάθειά του να τα βάλει με το εγχώριο σύστημα λέγοντας την αλήθεια προς όφελος του απλού κόσμου -γι' αυτό τον εξόντωσαν πολιτικά! Όμως, δεν μπορείς να κρύψεις την αλήθεια για πάντα. Κάποια στιγμή θα λάμψει. Σήμερα επιβεβαιώνεται πανηγυρικά για όλα όσα φώναζε από το 1994». «Τον αγαπάτε πολύ...», διαπιστώνω αλλά προτού προλάβω να τελειώσω τη φράση μου με προλαβαίνει. «Τον αγαπάω αγόρι μου, είναι καλός άνθρωπος με αγνές προθέσεις». Από το διπλανό δωμάτιο ακούγεται η φωνή του Νίκου Χατζηνικολάου να καλημερίζει τον Βασίλη Λεβέντη στην εκπομπή του -ζητώντας συγνώμη on air, εκ μέρους του δημοσιογραφικού κόσμου, διότι δεν δόθηκε ποτέ χρόνος και βάρος να ακουστούν οι απόψεις του με σοβαρότητα.
Φωτογραφία από την επίσημη σελίδα της Ένωσης Κεντρώων
Περιμένω στο γραφείο να τελειώσει τη ραδιοφωνική συνέντευξη, «σκανάροντας» στους τοίχους τις πελώριες φωτογραφίες του «Γέρου της Δημοκρατίας», Γεωργίου Παπανδρέου αλλά και κάποιες ιστορικές αναφορές, σε παλαιότερες προεκλογικές αφίσες, στον Νικόλαο Πλαστήρα. Παραδίπλα, τα εκατοντάδες στοιβαγμένα ψηφοδέλτια «εποπτεύονται» υπό το άγρυπνο βλέμμα εικόνων της Παναγίας και παλαιότερων αφισών της κόμματος. «Eίμαι στη διάθεσή σου», μου λέει επιστρέφοντας στο γραφείο. Τον ρωτώ για εκείνο το βίντεο που κυκλοφορεί στο internet και αφορά τις πολιτικές «προφητείες» του Βασίλη Λεβέντη. «Δεν είναι προφητείες, αλλά εκτιμήσεις», διευκρινίζει. «Ο κόσμος τις θεώρησε εκ των υστέρων προφητείες, ενώ στην πραγματικότητα είχα πει το αυτονόητο σε μια εποχή που όλοι επαναπαύονταν και αδρανούσαν. Η επίπλαστη ευδαιμονία όμως είχε ημερομηνία λήξης».
Τον ρωτώ γιατί ο Λεβέντης κατάντησε με τα χρόνια «γραφικός» για ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. «Αυτό ήταν έργο όσων είχαν σκοπό να ποδηγετήσουν τους Έλληνες πολίτες. Διέταξαν τη φίμωσή μου γιατί έλεγα ενοχλητικές αλήθειες, όμως δεν περιορίστηκαν μονάχα σε αυτό. Ήθελαν τον ολοκληρωτικό εξευτελισμό μου. Να πιστέψει ο κόσμος ότι είμαι ένας τρελός, ένας γραφικός που λέει ασυναρτησίες. Έβαλαν ανθρώπους να με γελοιοποιούν. Με τον καιρό, όσοι δε με γνώριζαν, θεώρησαν ότι είμαι πράγματι γελοίος. Έκανα και εγώ, βέβαια επικοινωνιακά λάθη. Πίστευα στο διάλογο και στη δημοκρατία, ήθελα να μιλάω με τον απλό κόσμο, να δίνω λόγο σε όλους στις εκπομπές μου. Πόσοι Έλληνες πολιτικοί θα μπορούσαν σήμερα να συνομιλήσουν με τον λαό ανοιχτά και δημοκρατικά όπως εγώ; Πόσοι θα το τολμούσαν, λέγοντας την αλήθεια; Ότι για παράδειγμα την κομπίνα του χρηματιστηρίου την έστησαν μια χούφτα ολιγάρχες για να φάνε τα λεφτά του κόσμου, ότι εκβίαζαν για να παίρνουν έργα και κρατικές προμήθειες, ότι έβγαλαν τα λεφτά στο εξωτερικό κι αγόρασαν εταιρίες μαϊμού γράφοντας στα συμβόλαια κολοσσιαία ποσά –την ώρα που πλήρωναν μόνο 5% φόρο μεταβίβασης ανωνύμων μετοχών και ξέπλεναν το άλλο 95% των χρημάτων του ελληνικού λαού. Μου γύρισαν μπούμερανγκ όλα αυτά εν τέλει. Μεγαλύτερο σφάλμα αποδείχθηκε ότι μίλησα πρόωρα σε μια κοινωνία που δεν ήθελε να ακούσει. Δεν την συνέφερε. Τον καθένα τότε τον συνέφερε να βάλει το παιδί του στη ΔΕΗ».
Ένας από τους ανθρώπους που σατίρισαν στο παρελθόν τον Βασίλη Λεβέντη ήταν και ο γνωστός, ταλαντούχος μίμος Γιώργος Μητσικώστας. Λίγο πριν από τη διεξαγωγή των φετινών εκλογών ζήτησε συγνώμη από τον πρόεδρο της Ένωσης Κεντρώων με έναν ασυνήθιστο τρόπο. «Δεν κακίζω κανέναν πια...», μου λέει. Τον ρωτώ γιατην περιβόητη εκπομπή με τον Πάνο Παναγιωτόπουλο το 1994. «Περασμένα, ξεχασμένα. Τους χρησιμοποίησαν όλους αυτούς. Έστησε μια εκπομπή για να με γελοιοποιήσει και εν τέλει πέτυχε το αντίθετο. Επέμενε μάλιστα να είναι μαγνητοσκοπημένη. Εγώ του έλεγα όχι, γιατί ήξερα κατά βάθος τις προθέσεις του. Έγινε τελικά live και άρχισε να λέει για το ρολόι μου, για πίτσες και καφέδες, διάφορα τέτοια. Στην απολογία του στην ΕΣΗΕΑ –διότι εκλήθη να δώσει εξηγήσεις- απάντησε ότι έκανε ό,τι έκαναν και οι υπόλοιποι δημοσιογράφοι εκείνη την εποχή. Δεν κατάφερε όμως να με εξευτελίσει, αμύνθηκα. Διεκδίκησα το σεβασμό που μου αναλογούσε. Ευελπιστώ ότι στο μέλλον θα εκλείψουν τέτοιες συμπεριφορές, ότι κανείς άλλος δεν θα τύχει της μεταχείρισης που έτυχα εγώ από τα media». Τον ρωτώ αν πιστεύει πως και ο ίδιος διαχειρίστηκε λάθος κάποιες καταστάσεις τηλεοπτικά με τα επικά ξεσπάσματά του. «Ασφαλώς, αντί να είμαι ήρεμος και να λέω "πάμε στο επόμενο τηλέφωνο'' όποτε με λοιδωρούσαν, έχανα τον έλεγχο και απαντούσα. Αυτό ήταν το αδύνατο σημείο μου». 

www.vice.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: