ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ
Χρήστου Παπασωτηρίου του Ιωάννου, Δικηγόρου παρ’ Αρείω Πάγω, κατοίκου Αθηνών, οδός Ευβοίας 36 Β΄.
ΖΗΤΗΜΑ: Επί του τιθεμένου σε δημοσία διαβούλευση ζητήματος της νέας ταυτότητας (κάρτας πολίτη), υποβάλλομε δημοσίως την παρούσα γνωμοδότηση, η οποία συνετάχθη σύμφωνα με τον Κώδικα Περί Δικηγόρων.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο των προτάσεων της διαβουλεύσεως, ως ενδεικτικά θέματα προβληματισμού και εκφράσεως απόψεων προτείνονται από το Υπουργείο Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης τα εξής:...
1. Η αξιοποίηση και επέκταση υπαρχουσών και η ανάπτυξη νέων ηλεκτρονικών υπηρεσιών από την Δημόσια Διοίκηση.
2. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής των πολιτών.
3. Η προστασία της ασφάλειας των συναλλαγών.
4. Η εισαγωγή και αξιοποίηση καινοτόμων ηλεκτρονικών υπηρεσιών.
5. Τεχνικές προτάσεις για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση της κάρτας κ.ά.
Εξ άλλου, οι σκοποί και το πλαίσιο χρήσεως της κάρτας πολίτη είναι προεχόντως και σύμφωνα πάντα με το Υπουργείο η φυσική ταυτοποίηση των πολιτών σε αντικατάσταση του υπάρχοντος δελτίου αστυνομικής ταυτότητος.
Ταυτοχρόνως, η κάρτα πολίτη προτείνεται να χρησιμοποιείται σε όλο το εύρος της καθημερινής του ζωής προκειμένου για την σταδιακή αντικατάσταση προσωπικών εγγράφων και πιστοποιητικών στις συναλλαγές του με το δημόσιο.
ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΡΤΑΣ ΠΟΛΙΤΗ:
Κύριο χαρακτηριστικό της κάρτας του πολίτη σύμφωνα με την πρόταση διαβουλεύσεως, προβλέπεται να είναι η ενσωμάτωση πλινθίου (τσιπ) επ’ αυτής, προκειμένου για την επίτευξη των σκοπών και του πλαισίου χρήσεως της κάρτας, δηλαδή προκειμένου να περιληφθούν όλες οι πληροφορίες και τα δεδομένα, τα οποία φέρονται ως σχετιζόμενα με τους ανωτέρω σκοπούς και πλαίσια.
Η ενσωμάτωση του πλινθίου στην κάρτα επιτρέπει στον υπεύθυνο και εκτελούντα την επεξεργασία των πληροφοριών και δεδομένων αλλά και σε κάθε τρίτο την ανά πάσα στιγμή γνώση τόσο των συναλλαγών, όσο και του ακριβούς τόπου, όπου ευρίσκεται το πρόσωπο, το φέρον την κάρτα.
Συνακόλουθα, η επίτευξη των σκοπών αυτών της κάρτας προϋποθέτει την ίδρυση και λειτουργία μίας κεντρικής ηλεκτρονικής βάσεως, στην οποία θα συλλέγονται και θα αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας οι σχετικές πληροφορίες και δεδομένα.
ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΟ ΝΟΜΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Αρθρo 8 Ε.Σ.Δ.Α. (Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων Ανθρώπου)
«1. Παv πρόσωπov δικαιoύται εις τov σεβασµόv της ιδιωτικής και oικoγεvειακής ζωής τoυ, της κατoικίας τoυ και της αλληλoγραφίας τoυ.
2. Δεv επιτρέπεται vα υπάρξη επέµβασις δηµoσίας αρχής εv τη ασκήσει τoυ δικαιώµατoς τoύτoυ, εκτός εάv η επέµβασις αύτη πρoβλέπεται υπό τoυ vόµoυ και απoτελεί µέτρov τo oπoίov, εις µίαv δηµoκρατικήv κoιvωvίαv, είvαι αvαγκαίov δια τηv εθvικήv ασφάλειαv, τηv δηµoσίαv ασφάλειαv, τηv oικovoµικήv ευηµερίαv της χώρας, τηv πρoάσπισιv της τάξεως και τηv πρόληψιv πoιvικώv παραβάσεωv, τηv πρoστασίαv της υγείας ή της ηθικής, ή τηv πρoστασίαv τωv δικαιωµάτωv και ελευθεριώv άλλωv».
Άρθρο 9 Συντάγματος
«1. Η κατοικία του καθενός είναι άσυλο. Η ιδιωτική και οικογενειακήζωή του ατόμου είναι απαραβίαστη. Καμία έρευνα δε γίνεται σε κατοικία, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος και πάντοτε με την παρουσία εκπροσώπων της δικαστικής εξουσίας».
Άρθρο 9α Συντάγματος
«Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από την συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί, όπως νόμος ορίζει«.
Άρθρο 25 Συντάγματος
«1. Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίουτελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Οι κάθε είδους περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της αναλογικότητας. »
2. Η αναγνώριση και η προστασία των θεμελιωδών και απαράγραπτων δικαιωμάτων του ανθρώπου από την Πολιτεία αποβλέπει στην πραγμάτωση της κοινωνικής προόδου μέσα σε ελευθερία και δικαιοσύνη».
Άρθρο 5 Συντάγματος
«1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.
2. Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν τηναπόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων. Εξαιρέσεις επιτρέπονται στις περιπτώσεις που προβλέπει το διεθνές δίκαιο.
Απαγορεύεται η έκδοση αλλοδαπού που διώκεται για τη δράση του υπέρ της ελευθερίας.
3. Η προσωπική ελευθερία είναι απαραβίαστη. Κανένας δεν καταδιώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με οποιονδήποτε άλλο τρόπο περιορίζεται, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος.
«4. Απαγορεύονται ατομικά διοικητικά μέτρα που περιορίζουν σε οποιονδήποτε Έλληνα την ελεύθερη κίνηση ή εγκατάσταση στη Χώρα, καθώς και την ελεύθερη έξοδο και είσοδο σ’ αυτήν. Τέτοιου περιεχομένου περιοριστικά μέτρα είναι δυνατόν να επιβληθούν μόνο ως παρεπόμενη ποινή με απόφαση ποινικού δικαστηρίου, σε εξαιρετικές περιπτώσεις ανάγκης και μόνο για την πρόληψη αξιόποινων πράξεων, όπως νόμος ορίζει«.
Άρθρο 5 παρ. 1 Ε.Σ.Δ.Α.:
«Παv πρόσωπov έχει δικαίωµα εις τηv ελευθερίαv και τηv ασφάλειαv.Ουδείς επιτρέπεται vα στερηθή της ελευθερίας τoυ ειµή εις τας ακoλoύθoυς
περιπτώσεις και συµφώvως πρoς τηv vόµιµov διαδικασίαv:
α) εάv κρατήται καvovικώς κατόπιv καταδίκης υπό αρµοδίoυ δικαστηρίoυ,
β) εάv υπεβλήθη εις καvovικήv σύλληψιv ή κράτησιv λόγω αvυπoταγής εις vόµιµov διαταγήv δικαστηρίoυ, ή εις εγγύησιv εκτελέσεως υπoχρεώσεως oριζoµέvης υπό τoυ vόµoυ,
γ) εάv συvελήφθη και κρατήται όπως oδηγηθή εvώπιov της αρµoδίας δικαστικής αρχής εις τηv περίπτωσιv ευλόγoυ υπovoίας ότι διέπραξεv αδίκηµα, ή υπάρχoυv λoγικά δεδoµέvα πρoς παραδoχήv της αvάγκης όπως oύτoς εµπoδισθή από τoυ vα διαπράξη αδίκηµα ή δραπετεύση µετά τηv διάπραξιv τoύτoυ,
δ) εάv πρόκειται περί voµίµoυ κρατήσεως αvηλίκoυ, απoφασισθείσης δια τηv επιτήρησιv της αvατρoφής τoυ, ή τηv vόµιµov κράτησίv τoυ ίvα παραπεµφθή εvώπιov της αρµoδίας αρχής,
ε) εάv πρόκειται περί voµίµoυ κρατήσεως ατόµωv δυvαµέvωv vα µεταδώσωσι µεταδoτικήv ασθέvειαv, φρεvoβλαβoύς, αλκooλικoύ, τoξικoµαvoύς ή αλήτoυ.
στ) εάv πρόκειται περί voµίµoυ συλλήψεως ή κρατήσεως ατόµoυ επί σκoπώ όπως εµπoδισθή από τoυ vα εισέλθη παραvόµως εv τη χώρα ή εvαvτίov τoυ oπoίoυ εκκρεµεί διαδικασία απελάσεως ή εκδόσεως».
Άρθρο 5 Ν. 2472/1997
«1. Επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα επιτρέπεται μόνον όταν το υποκείμενο των δεδομένων έχει δώσει τη συγκατάθεσή του.
2. Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η επεξεργασία και χωρίς τη συγκατάθεση, όταν:
α) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκτέλεση σύμβασης, στην οποία συμβαλλόμενο μέρος είναι υποκείμενο δεδομένων ή για τη λήψη μέτρων κατόπιν αιτήσεως του υποκειμένου κατά το προσυμβατικό στάδιο.
β) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκπλήρωση υποχρεώσεως του υπεύθυνου επεξεργασίας, η οποία επιβάλλεται από το νόμο.
γ) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για τη διαφύλαξη ζωτικού συμφέροντος του υποκειμένου, εάν αυτό τελεί σε φυσική ή νομική αδυναμία να δώσει τη συγκατάθεσή του.
δ) Η επεξεργασία είναι αναγκαία για την εκτέλεση έργου δημόσιου συμφέροντος ή έργου που εμπίπτει στην άσκηση δημόσιας εξουσίας και εκτελείται από δημόσια αρχή ή έχει ανατεθεί από αυτή είτε στον υπεύθυνο επεξεργασίας είτε σε τρίτο, στον οποίο γνωστοποιούνται τα δεδομένα.
ε) Η επεξεργασία είναι απολύτως αναγκαία για την ικανοποίηση του έννομου συμφέροντος που επιδιώκει ο υπεύθυνος επεξεργασίας ή ο τρίτος ή οι τρίτοι στους οποίους ανακοινώνονται τα δεδομένα και υπό τον όρο ότι τούτο υπερέχει προφανώς των δικαιωμάτων και συμφερόντων των προσώπων στα οποία αναφέρονται τα δεδομένα και δεν θίγονται οι θεμελιώδεις ελευθερίες αυτών».
ΕΠΕΙΔΗ η υποχρεωτική καθιέρωση της ταυτοποιήσεως του προσώπου και της διεκπεραιώσεως των συναλλαγών του με το Δημόσιο με την οπωσδήποτε χρήση κάρτας φερούσης πλινθίο (τσιπ) θα καθιστούσε από τεχνικής και πρακτικής απόψεως δυνατό τον ανά πάσα στιγμή εντοπισμό και τον έλεγχο της θέσεως και των κινήσεων του προσώπου μέσα στην Χώρα, γι’ αυτό η προτεινομένη κάρτα με πλινθίο συνιστά ατομικό διοικητικό μέτρο που επιβάλλει υποχρεωτικούς όρους στην ελεύθερη κίνηση του πολίτη στην Χώρα, η οποία οφείλει να είναι απεριόριστη και σεβαστή από τα όργανα του Κράτους.
Επομένως η καθιέρωση της προτεινομένης κάρτας θα περιόριζε δυσανάλογα κατ’ άρθρον 25 Σ. την ελεύθερη κίνηση του πολίτη, περίπτωση που απαγορεύεται ρητώς από το άρθρο 5 παρ. 4 του Συντάγματος. Γιατί τέτοιος περιορισμός μόνον ως παρεπόμενη ποινή με απόφαση ποινικού δικαστηρίου δύναται κατ’ εξαίρεση να επιβληθεί και δη σε εξαιρετικές περιπτώσεις ανάγκης και μόνο για την πρόληψη αξιοποίνων πράξεων, πάντα δε υπό τις εγγυήσεις του Νόμου (άρθρο 5 παρ. «4. Απαγορεύονται ατομικά διοικητικά μέτρα που περιορίζουν σε οποιονδήποτε Έλληνα την ελεύθερη κίνηση ή εγκατάσταση στη Χώρα, καθώς και την ελεύθερη έξοδο και είσοδο σ’ αυτήν. Τέτοιου περιεχομένου περιοριστικά μέτρα είναι δυνατόν να επιβληθούν μόνο ως παρεπόμενη ποινή με απόφαση ποινικού δικαστηρίου, σε εξαιρετικές περιπτώσεις ανάγκης και μόνο για την πρόληψη αξιόποινων πράξεων, όπως νόμος ορίζει«).
ΕΠΕΙΔΗ η προβλεπομένη ενσωμάτωση πλινθίου (τσιπ) στην κάρτα πολίτη, καθιστώντος ανά πάσα στιγμή εφικτό τον εντοπισμό και την θέση του φέροντος την κάρτα προσώπου μέσα στην Χώρα παραβιάζει την προβλεπομένη υπό της 25 Σ. αρχή της αναλογικότητος ή ευλόγου ισορροπίας, καθ’ όσον επιτρέπει περιορισμό της ιδιωτικής ζωής και της προσωπικής ελευθερίας με την δημιουργία καταστάσεως δυσαναλόγου εν σχέσει προς τον φερόμενο σαν σκοπό της κάρτας πολίτη, τον οποίο εξαγγέλλεται πως αποσκοπεί να εξυπηρετήσει, ήτοι την φυσική ταυτοποίηση και συνάμα την διευκόλυνση των συναλλαγών του πολίτη με τις δημόσιες εν γένει Αρχές. Και ταύτα κατά τρόπον προσβάλλοντα τα συνταγματικώς κατοχυρούμενα δικαιώματα των πολιτών για τον απόλυτο σεβασμό των ατομικών της προσωπικότητός τους, της προσωπικής και ιδιωτικής τους ζωής και της προσωπικής τους ελευθερίας, στην οποία περιλαμβάνεται το δικαίωμα της ελεύθερης κινήσεως μέσα στην Χώρα χωρίς την δυνατότητα τού ανά πάσα στιγμή ελέγχου και εντοπισμού της θέσεώς του.
ΕΠΕΙΔΗ ο προτεινόμενος από το Υπουργείο σκοπός της ταυτοποίησης του πολίτη και της διεκπεραίωσης των συναλλαγών του με το Δημόσιο μέσω της προτεινομένης κάρτας φερούσης πλινθίο (τσιπ), εις τρόπον ώστε να καθίσταται ανά πάσα στιγμή δυνατός ο εντοπισμός του πολίτη μέσα στην Χώρα, συνιστά παράλληλα και μέτρο μηδόλως αναγκαίο και υπέρμετρα δυσανάλογο σε μία δημοκρατική κοινωνία, προκειμένου για την εθνική ή δημοσία ασφάλεια, την οικονομική ευημερία της Χώρας, την προάσπιση της τάξεως και την πρόληψη ποινικών παραβάσεων, την προστασία της υγείας ή της ηθικής ή την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών των άλλων.
Και τούτο γιατί το προτεινόμενο μέτρο μόνον επί υπόπτων προσώπων και προσώπων που ελέγχονται για την διάπραξη ιδιαζόντως σοβαρών (κακουργηματικών) αδικημάτων, θα ηδύνατο να εφαρμοσθεί και όχι εφ’ όλου του πληθυσμού της Χώρας, δηλαδή επί του συνόλου των πολιτών, οι οποίοι, κατά τα κοινώς γνωστά, διάγουν ησύχως και νομοταγώς. Έτσι το προτεινόμενο μέτρο, εφ’ όσον ποτε εκαθιερούτο, θα επιδρούσε άμεσα στον πυρήνα του ατομικού δικαιώματος απολύτου σεβασμού της ιδιωτικής ζωής των πολιτών και της προσωπικής τους ελευθερίας έναντι του Κράτους, ήτοι επί ατομικών δικαιωμάτων απολύτως απαραβιάστων.
ΕΠΕΙΔΗ προσέτι η αυτή ως άνω συνταγματική αρχή της αναλογικότητος παραβιάζεται διά της προτεινομένης κάρτας του πολίτη, διότι ο σκοπός του σχετικού Νόμου, ο οποίος προεχόντως συνίσταται στην ταυτοποίηση του προσώπου, δύναται να ικανοποιηθεί πλήρως και ευχερώς με άλλους τρόπους, όχι τόσον ιδιαζόντως επαχθείς, όπως με το προτεινόμενο μέσο (κάρτα με τσιπ), δηλαδή χωρίς να προσβάλλονται καθόλου τα ανωτέρω ατομικά δικαιώματα και συγκεκριμένα ο εν λόγω σκοπός ταυτοποιήσεως δύναται να επιτευχθεί με την διατήρηση των ήδη θεσμοθετημένων τρόπων ταυτοποιήσεως (ισχύων τύπος δελτίου αστυνομικής ταυτότητος, διαβατήριο).
ΕΠΕΙΔΗ προς τούτοις και το ως άνω συνταγματικό δικαίωμα του άρθρου 9α Σ. περί προστασίας του πολίτη από την συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων δύναται να καμφθεί ολοσχερώς σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 του Νόμου 2472/1997, μόνον με την προηγουμένη ρητή συναίνεση του πολίτη, η οποία απαιτείται μέσα σε δημοκρατική κοινωνία, καθ’ όσον μάλιστα η διαβουλευομένη περίπτωση δεν εμπίπτει σε καμμία εκ των εξαιρέσεων της παραγράφου 2 του ιδίου άρθρου 5 για την επεξεργασία δεδομένων χωρίς την συναίνεση του πολίτη.
Πρακτικά ουδείς δύναται να υποχρεώσει κανένα πολίτη να λάβει και να χρησιμοποιεί την κάρτα, όπως αυτή εξαγγέλθηκε, δηλαδή με πλινθίο. Όσοι δε πολίτες αρνούνται να την λάβουν και δεν συναινούν στην συλλογή, επεξεργασία κλπ. των πληροφοριών και δεδομένων τους πρέπει να εξακολουθούν να δύνανται να ταυτοποιούνται με τους ήδη υφισταμένους τρόπους και μέσα, άλλως παραβιάζεται η ανωτέρω κατοχυρουμένη υπό του άρθρου 25 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητος. Επομένως επιβάλλεται να προβλέπεται παράλληλα με την κάρτα πολίτη και για όσους πολίτες αρνούνται την λήψη και χρήση της, η εξακολούθηση της χρήσεως του δελτίου αστυνομικής ταυτότητος, υπό τον τύπο που υφίσταται σήμερα και η μη αντικατάστασή του για όσους πολίτες δεν συναινούν στην λήψη και χρήση της νέας κάρτας με πλινθίο.
ΕΠΕΙΔΗ ακόμη η αρχή της αναλογικότητος ή ευλόγου ισορροπίας μεταξύ του προτεινομένου μέτρου (κάρτας πολίτη) και επιδιωκομένου σκοπού (ταυτοποίηση προσώπου και διευκόλυνση συναλλαγών με την Διοίκηση) παραβιάζεται στην προκειμένη περίπτωση, καθ’ όσον η μεν συλλογή, διατήρηση και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρος εκ μέρους ή για λογαριασμό του Κράτους δύναται και να υλοποιείται ευχερώς από το όργανα αυτού με την ανά πάσα στιγμή χρήση της συγχρόνου τεχνολογίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών και με την λειτουργία κεντρικής βάσεως δεδομένων, ο πολίτης όμως δεν θα δύναται να έχει πρακτικώς κανένα αντίστοιχο (ανά πάσα στιγμή) έλεγχο των συλλεγομένων για το άτομό του πληροφοριών, οι οποίες θα ενημερώνονται στην κάρτα του διά μέσου του πλινθίου λόγω της εξεζητημένης τεχνολογίας, η οποία δεν είναι οικονομικώς προσιτή ούτε πρακτικώς χρήσιμη ή αναγκαία για κανένα πολίτη.
ΕΠΕΙΔΗ η τυχόν καταναγκαστική επιβολή λήψεως και χρήσεως από κάθε πολίτη της προτεινομένης κάρτας δύναται να αποκρουσθεί βασίμως ενώπιον των αρμοδίων διοικητικών Δικαστηρίων της Χώρας.
Εν όψει των ανωτέρω έχω την γνώμη:
α΄) ότι η καθιέρωση της κάρτας πολίτη με τα προβλεπόμενα στην πρόταση διαβούλευσης χαρακτηριστικά και σκοπούς για την ταυτοποίηση του προσώπου και για την συλλογή πληροφοριών και προσωπικών δεδομένων μπορεί να γίνει νομίμως μόνο με την προηγουμένη συναίνεση κάθε πολίτη και με την αυτονόητη πρόβλεψη επαλλήλου και εναλλακτικής εξακολουθήσεως χρήσεως των μέχρι σήμερα ισχυόντων τρόπων και μέσων ταυτοποιήσεως (δελτίο αστυνομικής ταυτότητος κλπ.) για όσους πολίτες δεν συναινούν στην λήψη και χρήση της κάρτας πολίτη με πλινθίο και στην συναφή συλλογή, επεξεργασία κλπ. πληροφοριών και προσωπικών τους δεδομένων και
β΄) κάθε πολίτης δικαιούται να αρνείται να λάβει και να χρησιμοποιεί την προτεινομένη κάρτα, της πολιτείας παντάπασιν υποχρεουμένης να προβλέπει εναλλακτικούς τρόπους ταυτοποιήσεως, ήτοι δελτίο ταυτότητος χωρίς πλινθίο.
Αθήναι 9 Δεκεμβρίου 2010
Ο Γνωμοδοτών
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΠΑΣΩΤΗΡΙΟΥ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
ΠΑΡ’ ΑΡΕΙΩ ΠΑΓΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου