Η θεία οπτασία του Οσίου Δανιήλ εξ Αγαρηνών
«Οι δύο πατριάρχες της Κωνσταντινουπόλεως, άγιος Μητροφάνης και άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, πήγαν και ξύπνησαν τον γηραλέο εκείνο, που κοιμόταν στον θρόνο»
«Έξαφνα ανοίγει η Ωραία Πύλη του ιερού Βήματος κι εξήλθαν κάποιοι λευκοφόροι νέοι, που μετέφεραν ένα υπέρλαμπρο θρόνο και τον τοποθέτησαν στην θέση του αρχιερέως»
Ο Όσιος Δανιήλ ο εξ Αγαρηνών, ήταν Μουσουλμάνος. Ονομαζόταν Μουσά, και ήταν γιος του Πασά της Παραμυθίας στην Ήπειρο…
Αυτόν λοιπόν τον Άγιο, που από Μουσουλμάνος έγινε Χριστιανός, αφήνοντας όλα τα πλούτη και τα καλά του, το γένος του, την θρησκεία, την οικογένεια, την μεγάλη θέση του, αυτόν τον Αγαρηνό εδιάλεξε ο Θεός, για να του αποκαλύψει...
τον θρίαμβο του Ορθόδοξου Ελληνισμού κατά της μουσουλμανικής Τουρκίας, 57 μάλιστα χρόνια πριν την Επανάσταση του 1821!
Ο Όσιος Δανιήλ ο εξ Αγαρηνών, ονομαζόταν Μουσά, και ήταν γιος του Πασά της Παραμυθίας στην Ήπειρο
Διηγείται λοιπόν ο ίδιος:
«Στίς 18 Νοεμβρίου του σωτηρίου έτους 1764 πήγα στην αγορά, αγόρασα δύο κεριά κι επέστρεψα στην κατοικία μου. Αγωνίστηκα την νύκτα εκείνη προσευχόμενος εκτενέστερα, μέχρι την ενάτη ώρα της νυκτός μετά δακρύων, οπότε από την κούραση αποκοιμήθηκα. Βλέπω λοιπόν τότε κατ’ εύδοκίαν Θεού έναν αστραπό-μορφο νέο, πού με ρώτησε:
- Τί έχεις Δανιήλ καί λυπάσαι; Θα έπρεπε μάλιστα νά χαίρεσαι.
- Ποιος είσαι σύ, πού μου λες νά χαίρομαι; τόν ρώτησα κι έγώ μέ τήν σειρά μου.
- Δέν μέ γνωρίζεις, ώ φίλε, ποιος είμαι; μέ ξαναρώτησε ό νέος.
- Όχι, δέν σε γνωρίζω.
- Δέν είμαι ό Αναστάσιος, πού ο πατέρας σου μέ έστειλε διά τοϋ μαρτυρίου στην βασιλεία των ουρανών, έστω και χωρίς νά θέλει;
- Καί πώς, άνθρωπε του Θεού, καταδέχθηκες νά έρθεις σε μένα τόν ταλαίπωρο καί αμαρτωλό; Ρώτησα εγώ τόν μάρτυρα γεμάτος χαρά.
- Πίστεψε με, μου απάντησε, ότι από τήν ώρα πού αναχώρησες άπό τό πατρικό σου σπίτι, δέν παρέλειψα ούτε αμέλησα νά εύχομαι στον Θεό γιά σένα. Χαίρε λοιπόν καί ευφραίνου, γιατί σήμερα θ’ αξιωθείς νά δεις μεγάλα μυστήρια.
Έπεσαν οι τρούλοι του ανίερου τζαμιού
Με πήρε τότε από τό δεξί χέρι λέγοντας:
- Έλα μαζί μου…
Περπατήσαμε πολύ δρόμο, ώσπου φτάσαμε σ’ ενα μουσουλμανικό τέμενος.
- Βλέπεις αυτό τό τζαμί; Αυτός ήταν κάποτε ό ναός των Αγίων Πάντων, μου είπε.
Όταν πλησιάσαμε πιό κοντά, βγήκε ένας άνθρωπος από τήν θύρα του ναού καί μας είπε:
- Ελάτε γρήγορα, γιατί σας περιμένουν. Μπαίνοντας μέσα είδαμε πλήθος ανθρώπων, νέους καί γέρους, κι εγώ ρώτησα τόν Αναστάσιο:
- Ποιοί είναι αυτοί;
- Οι Άγιοι Πάντες, μου αποκρίθηκε.
Ένας από τους αγίους μέ ρώτησε:
- Ήρθες, Δανιήλ;
- Ήρθα ό αμαρτωλός, του απάντησα …
“Υψωσαν λοιπόν τόν Τίμιο Σταυρό κι αμέσως έπεσαν οί τρούλλοι του ανίερου τζαμιού μαζί με τόν βέβηλο Χότζα. Έμείς δέν μπήκαμε στό ακάθαρτο τζαμί, αλλά προχωρώντας προς τό κέντρο της Πόλεως φθάσαμε στον Ναό της του Θεού Σοφίας. Ξαφνικά ανοίγει μιά πύλη καί βγαίνουν δυό διάκονοι, πού φορούσαν τίς διακονικές τους στολές καί κρατούσαν θυμιατά χρυσωμένα καί στολισμένα μέ πολύτιμους λίθους.
Ρώτησα τόν μάρτυρα Αναστάσιο καί μου είπε πώς αυτός, πού έστεκε στά δεξιά ήταν ό πρωτομάρτυς Στέφανος καί στ’ αριστερά ό αρχιδιάκονος Λαυρέντιος. Κι ενώ αυτοί θύμιαζαν τόν Τίμιο Σταυρό κι όλους τους Αγίους κι εμάς τελευταία, εισήλθαμε στον ναό καί πλησιάσαμε προς τό άγιο Βήμα. Έκεί στό δεξιό μέρος ήταν μιά πύλη κλειστή, πού άνοιξε ξαφνικά. Μόλις μπήκε μέσα ό Τίμιος Σταυρός μέ όλους τους αγίους, αντικρύσαμε ενα θαύμα εξαίσιο:
Σε βασιλικό θρόνο η αειπάρθενος Παντάνασσα
Πίσω από τήν κλειστή πύλη υπήρχε ένας περικαλλέστατος ναός, άξιοθαυμαστός, με ολόχρυσες εικόνες, καντήλια, μανουάλια κι αλλά Ιερά σκεύη, όλα χρυσά, πού λαμποκοπούσαν. Στό σημείο πού έπρεπε νά είναι ή εικόνα της Θεοτόκου, δεν υπήρχε εικόνα, αλλά θρόνος βασιλικός, όπου καθόταν ή ίδια ή άειπάρθενος Παντάνασσα, στην οποία είναι αφιερωμένη ή Βασιλεύουσα, ενώ γύρω της παράστεκε πλήθος αγγέλων και αρχαγγέλων. Στ’ αριστερά τοϋ θρόνου, λίγο παρακάτω, ήταν ένας άλλος θρόνος, όπου καθόταν κάποιος γηραλέος (δεν ξέρω άν κοιμόταν ή αν ήταν ξύπνιος) στην κεφαλή του είχε διάδημα και στά χέρια του κρατούσε ευαγγέλιο κλειστό, πού ήταν καταστόλιστο. Κυκλικά μέσα στον ναό υπήρχαν κι άλλοι θρόνοι.
Ρώτησα τόν Αναστάσιο:
- Τί θρόνοι είναι αυτοί;
- Σ’ αυτούς τους θρόνους, πού βλέπεις, μου αποκρίθηκε, κάθονταν οί αρχιερείς, πού συγκρότησαν τίς επτά οικουμενικές Συνόδους. Είναι ετοιμασμένοι γιά νά καθίσουν πάλι καί νά καταπολεμήσουν όλες τίς αιρέσεις καί τά σχίσματα καί νά διαφυλάξουν την ενότητα της Εκκλησίας, γιά νά είναι στό έξης ανενόχλητη.
Όταν στήθηκε ό Τίμιος Σταυρός στό μέσον του ναού, ό Μαρκιανός πήρε άπό τά χέρια μας τ’ αναμμένα κεριά καί τά έβαλε στον Τίμιο Σταυρό. Έξαφνα ανοίγει ή Ωραία Πύλη του ίερού Βήματος κι εξήλθαν κάποιοι λευκοφόροι νέοι, πού μετέφεραν ενα ύπέρλαμπρο θρόνο καί τόν τοποθέτησαν στην θέση του άρχιερέως.
Η ιερή μυσταγωγία της ενθρόνισης
Την ίδια στιγμή βλέπουμε μέ δέος νά εξέρχεται ό Δεσπότης Χριστός συνοδευόμενος άπό πλήθος αγγέλων, φορώντας μιά ύπερθαύμαστη αρχιερατική στολή κι έχοντας στην κεφαλή στέφανο αστραφτερό. Πλησίασε κι ανέβηκε στον ετοιμασμένο αρχιερατικό θρόνο. Αμέσως ό άγιος Ιάκωβος ό Αδελφόθεος του έβαλε μετάνοια καί πήρε καιρό γιά ν’ αρχίσει την ιερή μυσταγωγία.
Στην Μικρή Είσοδο ό Μέγας Αρχιερεύς Ίησούς Χριστός εισόδευσε στό άγιο Βήμα μαζί μέ όλους τους παριστάμενους. “Οταν ήρθε η ώρα τοΰ Αποστόλου, τόν άνέγνωσε ό άγιος Λαυρέντιος ή περικοπή έλεγε: «Αδελφοί, οι άγιοι Πάντες διά πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας…».
Τό ιερό Ευαγγέλιο άνέγνωσε άπό τόν άμβωνα ό πρωτομάρτυς Στέφανος ή περικοπή έλεγε: «Εγώ ειμί ή Άμπελος, υμείς τά κλήματα…».
Κατά τήν Μεγάλη Είσοδο των Τιμίων Δώρων ό Δεσπότης Χριστός στάθηκε στην Ωραία Πύλη καί τά ευλογούσε, καθώς επίσης καί κατά τήν τοποθέτηση τους έπί της άγιας Τραπέζης. “Οταν ολοκληρώθηκε τό Κοινωνικό ο άγιος Στέφανος εξήλθε του ιερού Βήματος κι εκφώνησε τό «Μετά φόβον Θεού, πίστεως καί αγάπης προσέλθετε». Τότε ό Κύριος έλαβε τό άγιο Ποτήριο στά χέρια του καί στάθηκε πάλι στην Ωραία Πύλη. Καί αφού κοινώνησαν όλοι οι Άγιοι, αμέσως οι δύο πατριάρχες τής Κωνσταντινουπόλεως, άγιος Μητροφάνης καί άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος, πήγαν καί ξύπνησαν τόν γηραλέο εκείνο, πού κοιμόταν στον θρόνο καί ό μέν Μητροφάνης πήρε από τήν κεφαλή του τό διάδημα, ό δέ Χρυσόστομος άπό τά χέρια του τό ιερό Ευαγγέλιο. Τόν σήκωσαν, τόν οδήγησαν στην Θεοτόκο καί ασπάστηκε ευλαβικά τά άγια κράσπεδα τών ιματίων της. “Επειτα πλησίασαν στην Ωραία Πύλη, όπου έστεκε ό Κύριος. Ό γηραλέος προσκύνησε μέ κατάνυξη καί ό Κύριος του μετέδωσε τά άχραντα μυστήρια άπό τό άγιο Ποτήριο. Ακολούθως πήρε τό Ευαγγέλιο άπό τά χέρια του Χρυσοστόμου καί τό παρέδωσε στά χέρια του επίσης καί τήν κορώνα άπό τά χέρια του Μητροφάνη καί του τήν τοποθέτησε στην κεφαλή».
(Για το μυστηριώδες αυτό πρόσωπο του εστεμμένου γηραλέου το χειρόγραφο μεταξύ άλλων αναφέρει τα έξης: «Σημείωσε ότι αυτός ό γηραιός ήταν ό μέλλων νά βασιλεύσει, περί τον οποίου ό Άγιος Ταράσιος λέει: Θά εγερθεί ό βασιλεύς, πού στην αρχή του ονόματός του έχει τό Ι καί στό τέλος τό ς» δηλαδή Ιωάννης).
Πως ο Μουσά έγινε μοναχός στην Κέρκυρα
Η μεγάλη αυτή θαυμαστή ιστορία ξεκινά στα 1750 μ.Χ. στην Ήπειρο με τον Άγιο Νεομάρτυρα Αναστάσιο και τελειώνει με την αποκάλυψη των μελλούμενων για την Κωνσταντινούπολη στον Άγιο Νεομάρτυρα Δανιήλ τον εξ Αγαρηνών:
Ο Όσιος Δανιήλ ο εξ Αγαρηνών, ήταν Μουσουλμάνος. Ονομαζόταν Μουσά, και ήταν γιος του Πασά της Παραμυθίας στην Ήπειρο.
Βλέποντας κάποτε μαζί με φίλους τους την ωραιότατη αδελφή του Νεομάρτυρος Αναστασίου του εκ Παραμυθίας (+18 Νοεμβρίου 1750), έπεσε σε πειρασμό και θέλησε να την κακοποιήσει, αλλά ο Αναστάσιος χτυπήθηκε μαζί τους κατάφερε να τους εμποδίσει με την παλικάριά του και να τη σώσει! Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ο Αναστάσιος να κατηγορηθεί ψευδώς ότι επιτέθηκε αναίτια στους απίστους και πως υποσχέθηκε δήθεν να αλλαξοπιστήσει κιόλας…
Έτσι ο ηρωικός Έλληνας ρίχτηκε στη φυλακή άδικα και βασανιζόταν σκληρά κάθε μέρα για να αρνηθεί τον Χριστό μας κάτι που έκανε τον καταβάθος καλόκαρδο Μουσά να μετανιώσει που είχε γίνει η αιτία όλων αυτών των δεινών για τον Αναστάσιο, που καταπληγωμένος και αλυσοδεμένος βρισκόταν στο άθλιο κελί, με μεγάλη όμως παρηγοριά και ανακούφιση θείους Αγγέλους που του έστελνε ο Θεός από τον ουρανό για να τον στηρίζουν και να τον δυναμώνουν.
Οι τύψεις έτρωγαν πλέον την ψυχή του Μουσά, που τελικά αποφάσισε να πάει μόνος και κρυφά στη φυλακή να δει τον Νεομάρτυρα. Σαν πλησίασε όμως αντίκρισε ένα συγκλονιστικό θέαμα! Δυο αστραπόμορφοι νέοι παρέστεκαν δίπλα στον ηρωικό Αναστάσιο!
Ο Μουσά μπροστά στο φοβερό θέαμα, μη υποφέροντας την υπερβολική λάμψη, έπεσε κάτω γεμάτος φόβο! Όλος ο κόσμος, όλο η ψεύτικη πίστη του, όλη η ζωή του έγινε θρύψαλα μπροστά στο φως της Αλήθειας του Χριστού και της Ορθοδοξίας!
Έκθαμβος τότε παρακάλεσε τον Αναστάσιο να του εξηγήσει τι ήταν αυτό που είχε δει. Ο μάρτυρας του είπε πως ήταν Άγγελοι του Θεού, οι οποίοι πάντα συνοδεύουν και προστατεύουν τους Ορθοδόξους Χριστιανούς και όταν αυτοί κοιμηθούν, λαμβάνουν την ψυχή τους και την πηγαίνουν στον Παράδεισο!
Ο Μουσά ρώτησε με αγωνία εάν και οι Μουσουλμάνοι έχουν τέτοιους Αγγέλους, αλλά ο Αναστάσιος τον πληροφόρησε πως μόνον όλοι οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί έχουν ο καθένας από έναν τέτοιον Άγγελο, ενώ όλα τα άλλα έθνη έχουν έναν συνολικά το καθένα!
Τότε ο Μουσά συγκλονισμένος από τις αποκαλύψεις, σαν διψασμένο ελάφι, έπεσε στα πόδια του Αγίου Μάρτυρος, εκεί μέσα στην φοβερή τουρκική φυλακή, ζητώντας του να τον κάνει Χριστιανό!
ΠΗΓΗ: ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ “ΜΑΚΕΛΕΙΟ”
www.makeleio.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου