«Οκνηροί στις προσευχές αλλά πρόθυμοι στην καταλαλιά»
Ο πνευματικός πατέρας του Οσίου Παϊσίου , Αββάς Παμβώ.
Ο όσιος Παμβώ πριν κοιμηθεί ακτινοβολούσε σαν βασιλιάς πάνω σε χρυσό θρόνο και δεν μπορούσαν να τον αντικρύσουν
«Θα γίνουν επιδρομές εθνών. Μετακινήσεις λαών, αστάθεια στους βασιλείς, ανωμαλία στους κυβερνήτες»
Ο όσιος Παμβώ ήταν μεγάλος στην ευσέβεια, στη γνώση, στη σοφία, στην απλότητα και γενικά παντού
Ο Όσιος Παμβώ(303-374) στάθηκε στόλισμα των ασκητών του ορούς της Νιτρίας και ήταν σύγχρονος της Άγιας Μελάνης και του Αγίου Ισιδώρου…
Ο Αββάς Παμβώ ήταν μεγάλος σε όλα του. Στην ευσέβεια, στην ομιλία, στη σιωπή, στη συμβουλή, στην επιείκεια, στην αυστηρότητα, στην πείρα, στη γνώση, στη σοφία, στην απλότητα και γενικά παντού. Ανέδειξε θαυμάσιους μαθητές, όπως τον επίσκοπο Διόσκορο, τον Άμμωνα και τον Ιωάννη, τον ανεψιό του Δρακοντίου. Ενώ ήταν πάντοτε εγκρατής και σκληραγωγημένος, είχε υγεία ακμαία και στη ζωή του δεν αρρώστησε καθόλου.Λένε και τούτο για τον μακάριο Παμβώ: Ενώ ήταν πολύ μελετημένος και γνώριζε καλά την Αγία Γραφή, δεν έδινε ποτέ παρευθύς απάντησι, όταν τύχαινε να του ζητήσουν την εξήγησι κάποιου γραφικού ρητού.
- Αφήστε με να σκεφθώ πρώτα, έλεγε. Περνούσαν πολλές εβδομάδες προτού δώσει απόκρισι. Έτσι οι ερμηνείες που έκανε με τόση περίσκεψι ήταν γεμάτες σοφία, που του χάριζε το Άγιον Πνεύμα. Οι Αδελφοί τις δέχονταν με πολλή ευλάβεια σαν να είχαν βγη από το στόμα του Θεού.
Ο όσιος Παμβώ πριν κοιμηθεί ακτινοβολούσε σαν βασιλιάς πάνω σε χρυσό θρόνο και δεν μπορούσαν να τον αντικρύσουν. Το σώμα του είχε ήδη τη δόξα της βασιλείας του Θεού.Όταν επρόκειτο να φύγει από το μάταιο κόσμο ο Όσιος Παμβώ, διηγείται ο Παλλάδιος, βεβαίωνε τους συνασκητές του, πως, αφ’ ότου έγινε Μοναχός, δεν έμειναν ούτε μία ημέρα χωρίς εργασία, ούτε ψωμί έφαγε ποτέ δωρεάν.Ο θάνατος του υπήρξε όχι μόνο ήσυχος και ανώδυνος, αλλά και ευχάριστος, προς τον ουράνιο Πατέρα. Τον κήδευσαν τα πνευματικά του παιδιά, δοξολογώντας τον Θεό, που τους αξίωσε να διδαχτούν από τον μεγάλο αυτό ασκητή.
Η φοβερή προφητεία του Αββά Παμβώ
Ερώτησε κάποτε ένας μοναχός τον αββά Παμβώ:
«Αλήθεια γέροντα, θα αλλάξουν οι συνήθειες και οι παραδόσεις των
χριστιανών και δεν θα υπάρχουν ιερείς στις εκκλησιές;
Και ο Γέροντας απάντησε: «Εκείνο τον καιρό θα ψυχραθεί η αγάπη των πολλών
και θα πέσει μεγάλη θλίψη. Θα γίνουν επιδρομές εθνών. Μετακινήσεις λαών,
αστάθεια στους βασιλείς, ανωμαλία στους κυβερνήτες, οι ιερείς θα γίνουν
άσωτοι και οι μοναχοί θα ζουν με αμέλεια. Οι ηγούμενοι θα αδιαφορούν για
τη δική τους σωτηρία αλλά και του ποιμνίου τους. Θα είναι όλοι τους
πρόθυμοι και πρώτοι στα τραπέζια και εριστικοί. Οκνηροί στις προσευχές
αλά πρόθυμοι στην καταλαλιά, έτοιμοι για κατηγορία. Δεν θα θέλουν ούτε να
μιμούνται ούτε αν ακούνε βίους και λόγους Γερόντων, αλλά κυρίως θα
φλυαρούν και θα λένε «αν ζούσαμε κι εμείς στις μέρες τους, θα
αγωνιζόμασταν και εμείς».
Οι επίσκοποι πάλι των καιρών εκείνων θα δείχνουν δουλικότητα προς τους
ισχυρούς, θα βγάζουν τις αποφάσεις ανάλογα με τα δώρα που θα παίρνουν και
δεν θα υπερασπίζονται τους φτωχούς, όταν θα κρίνονται. Θα θλίβουν τις
χήρες και θα καταταλαιπωρούν τα ορφανά.
Ακόμη θα εισχωρήσει και στον λαό απιστία, ασωτία, μίσος, έχθρα, ζήλεια,
φιλονικία, κλεψιά, μέθη, έξαλλες διασκεδάσεις, μοιχεία, πορνεία, φόνοι
και διαρπαγές.»
Είπε τότε ο αδελφός: «Και τί θα μπορεί να κάνει κανείς σε τέτοιους
δύσκολους καιρούς;»
Και ο Γέροντας απάντησε: «Παιδί μου, σε τέτοιες ημέρες θα σωθεί εκείνος
που θέλει και προσπαθεί να σώσει την ψυχή του και αυτός θα ονομαστεί
μέγας στη Βασιλεία των Ουρανών».
Τα παρόντα και τα έσχατα
Ο Αββάς Παμβώ απέστειλε τον μαθητή του να πουλήσει το εργόχειρό του. Απουσίασε δεκαέξι ημέρες, όπως μας έλεγε. Κατά τας νύχτας εκοιμάτο εις τον νάρθηκα του ναού του αγίου αποστόλου Παύλου και αφού είδε πώς γίνεται η ακολουθία εις τας εκκλησίας των πόλεων, έμαθε δε και μερικά τροπάρια, επέστρεψε εις τον γέροντά του. Τέκνον μου, του λέει ο γέρων, σε βλέπω ταραγμένο, μήπως σου συνέβη κανένας πειρασμός στην πόλη; Πραγματικώς, Αββά, απήντησε ο αδελφός, εξοδεύομεν ανωφελώς τας ημέρας μας εις αυτήν την έρημον και δεν ψάλλομεν ούτε κανόνας ούτε τροπάρια. Τώρα δηλαδή που επήγα εις την Αλεξάνδρεια, είδα πώς ψάλλουν οι ψάλτες εις την εκκλησία και λυπήθηκα πολύ διότι δεν ψάλλομεν και εμείς κανόνες και τροπάρια.
Ο γέρων τότε του απαντά: Αλλοίμονον, τέκνον μου, διότι έφτασαν αι ημέραι κατά τας οποίας θα εγκαταλείψουν οι μοναχοί την στερεάν τροφήν, η οποία παρεδόθη εις αυτούς διά του Αγίου Πνεύματος, και θα ακολουθήσουν άσματα και ήχους. Διότι ποία δάκρυα κενούνται από τα τροπάρια, όταν στέκει κανείς εις τας εκκλησίας ή εις το κελί του και υψώνει τη φωνή του όπως τα βόδια; Διότι εφόσον στεκόμεθα εμπρός εις τον Θεόν, πρέπει να στέκωμεν με πολλήν κατάνυξιν και να μην περιπλανάται άσκοπα εδώ κι εκεί ο νούς μας.
Βεβαίως οι μοναχοί δεν εβγήκανε σ’ αυτήν την έρημον, ίνα όταν παρίστανται ενώπιον του Θεού να φουσκώνουν την διάνοιάν των με το να ψάλλουν άσματα και να αριθμούν ήχους και να κινούν τας χείρας και να μετακινούν τους πόδας. Απεναντίας οφείλομεν με φόβον Θεού και με τρόμον, με δάκρυα και στεναγμούς να προσφέρωμεν τας προσευχάς μας εις τον Θεόν και η φωνή μας να είναι σοβαρά, κατανυκτική, μετρία και ταπεινή. Διότι σε διαβεβαιώ, τέκνον μου, συνέχισε ο Αββάς Παμβώ, ότι θα έλθουν ημέραι κατά τας οποίας οι Χριστιανοί θα προσθέτουν και θα αφαιρούν και θα μεταβάλουν τας βίβλους των Αγίων Ευαγγελίων και των Αγίων Αποστόλων και των Θεσπεσίων Προφητών και των Ιερών Πατέρων, και θα μαλακώνουν τας Αγίας Γραφάς και θα γράφουν τροπάρια και άσματα και λόγους τεχνολογικούς. Kαι ο νούς των τότε θα αφοσιωθεί εις αυτά και θα απομακρυνθεί από τας Αγίας Γραφάς.
Και δια τούτον τον λόγον οι Άγιοι Πατέρες έδωκαν εντολή να μην γράφουν αυτοί που ασκητεύουν εις την έρημον τους βίους και τους λόγους των Πατέρων εις μεμβράνας, αλλά επάνω εις χαρτίνους διφθέρας. Διότι πρόκειται η ερχομένη γενεά να αποξέει από τας μεμβράνας τους λόγους των Πατέρων και να αναγράφει αυτά που θα θέλει. Όθεν και το κακό που μέλλει να προέλθει θα είναι φρικτόν. Ηρώτησε πάλι ο αδελφός τον Αββά Παμβώ: Τί λοιπόν, θα αλλάξουν τα έθιμα και αι παραδόσεις των Χριστιανών και δεν θα υπάρχουν ιερείς εις την Εκκλησίαν για να συμβούν αυτά; Και ο γέρων απήντησεν: Εις τους καιρούς αυτούς θα ψυχρανθεί η αγάπη των πολλών και θα υπάρξει θλίψις, οδύνη, επιθέσεις εθνών και μεταναστεύσεις λαών, ακαταστασία βασιλέων, σπατάλη ιερέων, αμέλεια μοναζόντων.
Οι ηγούμενοι θα αδιαφορούν διά την σωτηρίαν των και το ποίμνιόν των, όλοι θα είναι πρόθυμοι να τρέχουν εις τα τραπέζια, θα είναι φιλόνικοι, οκνηροί εις την προσευχήν και πρόθυμοι εις την καταλαλιάν, έτοιμοι να κατακρίνουν τους βίους των γερόντων και τα λόγια των, χωρίς να τους προσέχουν ή να τους μιμούνται, αλλά μάλλον να τους κατηγορούν και να λένε ότι αν είμεθα και ημείς εις την εποχήν των και ημείς θα αγωνιζόμεθα. Οι επίσκοποι, συνέχισε ο Αββάς Παμβώ, θα φοβούνται κατ’ εκείνας τας ημέρας τους ισχυρούς της γης και θα κρίνουν μάλλον με τα δώρα που θα λαμβάνουν απ’ αυτούς. Αλλά και εις τον λαόν θα έλθει απιστία, μίσος, έχθρα, φθόνος, φιλονικία. Θα συνηθίσουν οι άνθρωποι εις τας πληγάς και την λέπραν. Και ο αδελφός ηρώτησεν εκ νέου: Και τί θα πρέπει να κάνει κανείς εις εκείνους τους χρόνους και εις τους καιρούς; Και εις αυτό απήντησεν ο γέρων: Τέκνον μου, εις τας τοιαύτας ημέρας, όποιος αν ημπορέσει να σώσει την ψυχή του και να παρακινά και τους άλλους δια να σωθούν, αυτός θα ονομασθεί μέγας εις την βασιλείαν των Ουρανών.
Στην έρημο με τον Όσιο Παΐσιο
Ο όσιος Παΐσιος ο Μέγας Και Θεοφόρος καταγόταν από την Αίγυπτο και γεννήθηκε το έτος 300 μ.Χ. από γονείς πολύ πλούσιους, αλλά και ευσεβείς. Ήταν επτά αδέλφια και ο μικρότερος ήταν ο Παΐσιος. Σε μικρή ηλικία έμεινε ορφανός από πατέρα και η στοργική μητέρα του τον ανέθρεψε σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελίου. Σε νεαρή ηλικία ο Παΐσιος, πήγε στην έρημο κοντά στον διάσημο, για την αρετή του αββά Παμβώ. Με οδηγό αυτόν τον έμπειρο πνευματικό πατέρα, ο Παΐσιος απέκτησε πολλές θείες αρετές. Όταν πέθανε ο Παμβώ, ο Παΐσιος αναχώρησε στο δυτικό μέρος της ερήμου και εκεί έστησε τη διαμονή του, όπου πλήθος ανθρώπων πήγαιναν προς αυτόν, για να ζητήσουν το δρόμο της σωτηρίας και ν’ ακούσουν από το στόμα του λόγια πνευματικά και ψυχωφελή.
Όταν ο Παΐσιος έφτασε σε βαθιά γεράματα, τον παρεκάλεσαν πολλοί αδελφοί, ν’ αφήσει την έρημο και να κατεβεί στην κοντινότερη πόλη, για να μπορέσουν πολλοί άνθρωποι να ωφεληθούν από τους άγιους λόγους του. Πράγμα που έγινε και έτσι δόθηκε σε πολλούς η ευκαιρία να γνωρίσουν τον δρόμο της σωτηρίας, από τα θεόπνευστα λόγια του Παϊσίου. Μαθητής του Οσίου, υπήρξε και ο Όσιος Παύλος. Αφού ωφέλησε πολλούς συνανθρώπους του, πέθανε σε πολύ προχωρημένη ηλικία και τον έθαψαν στην έρημο όπου ασκήτευε. Μετά από χρόνια, ο πατήρ Ισίδωρος, ανακόμισε τα άγια λείψανα του και τα μετέφερε στην Πισιδία, όπου τα εναπόθεσε στο εκεί Μοναστήρι του.
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ “ΜΑΚΕΛΕΙΟ”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου