Κυριακή 8 Μαΐου 2016

Brexit, μια γενική θεώρηση: Όπως έχει καταντήσει η Ελλάδα το κτύπημα θα είναι ισχυρό…

The Realist .
Η Μεγάλη Βρετανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Ευρώπη στο σύνολό της, αλλά και το Διεθνές Σύστημα θα εισέλθουν σε αβέβαια και ταραγμένα νερά στην περίπτωση που τον επόμενο μήνα οι Βρετανοί ψηφοφόροι, αποφασίσουν να ψηφίσουν υπέρ του αποκαλούμενου Brexit. Εάν αυτό συμβεί στις 23 Ιουνίου, η Μεγάλη Βρετανία θα είναι... το πρώτο κράτος μέλος στα 58 χρόνια της διαδρομής της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα αποχωρήσει δημιουργώντας ένα προηγούμενο σε μια στιγμή που η ΕΕ μαστίζεται από μια δεινή οικονομική κρίση, πιέζεται αφόρητα από το μεταναστευτικό, έχει σοβαρό πρόβλημα ασφάλειας, και ο Ευρωσκεπτικισμός αρχίζει να αυξάνεται με γοργούς ρυθμούς. Η Μεγάλη Βρετανία στο εσωτερικό της, διανύει μια περίοδο πολιτικής αναταραχής με αφορμή το Brexit και άλλα θέματα και σε μια περίπτωση νίκης της άποψης για έξοδο από την ΕΕ στο Δημοψήφισμα, η συντηρητική κυβέρνηση του Ντέηβιντ Κάμερον, θα έχει να αντιμετωπίσει μια δύσκολη διαδικασία διαπραγμάτευσης της εξόδου, μια επίπονη διαδικασία διαμόρφωσης νέων εμπορικών συμφωνιών σε παγκόσμια κλίμακα, αλλά πάνω από όλα ένα επαναπροσδιορισμό της θέσης της Μεγάλης Βρετανίας στη διεθνή σκακιέρα. Η επικρατούσα άποψη είναι ότι μια έξοδος από την ΕΕ θα έχει ως αποτέλεσμα ένα καθεστώς πολύ χειρότερο για το Λονδίνο από αυτό που έχει στη διάθεσή του ως μέλος της ΕΕ. Σε μια τέτοια περίπτωση ο Ντέηβιντ Κάμερον και η κυβέρνησή του θα έχουν να αντιμετωπίσουν την οργή του κόσμου, με δεδομένο ότι η διάσπαση στο εσωτερικό του κόμματός του όσο αφορά την παραμονή ή όχι στην ΕΕ, ευθύνεται για το γεγονός ότι η χώρα έχει οδηγηθεί σε Δημοψήφισμα. Με λίγες εβδομάδες να μας χωρίζουν από την κάλπη, μια έντονη εκστρατεία βρίσκεται σε εξέλιξη. Για πολλούς, η απάντηση είναι προφανής: η Μεγάλη Βρετανία με τόλμη επανακτά την «ελευθερία» της και αποκαθιστά την χαμένη κυριαρχία της αποχωρώντας από την ΕΕ ή, πιο ακίνδυνα αλλά λιγότερο δραματικά διατηρεί τις σχέσεις που έχει αναπτύξει και την καλή θέληση με τους γείτονές της μέσα από μια παραμονή, παρά τα αναπόφευκτα προβλήματα από τη συμμετοχή σε ένα πολύμορφο κλαμπ Εθνών. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ντέρμπι, αν και οι προβλέψεις των γνωστών γραφείων στοιχημάτων στηρίζουν δυναμικά την παραμονή στην ΕΕ. Pro-Brexit πολιτικοί, όπως ο αποχωρών Δήμαρχος του Λονδίνου και μέλος του Κοινοβουλίου Μπόρις Τζόνσον, ουσιαστικά σφυρίζουν αδιάφορα απέναντι στα επιχειρήματα, τις στατιστικές και τις προειδοποιήσεις της άλλης πλευράς και διάφορων ανεξάρτητων φορέων. Επικαλούνται την άποψη ότι η μεγάλη Βρετανία θα ήταν πιο ελεύθερη στη διαδρομή της στον κόσμο, και δυνητικά καλύτερα, εάν αποκοπεί από τα δεσμά της ΕΕ. Η άποψή τους δεν στηρίζεται σε αποδεικτικά στοιχεία, αλλά είναι συναισθηματικά ισχυρή, ειδικά για αυτούς που αισθάνονται ότι έχουν ζημιωθεί από την μετανάστευση, τις ευρωπαϊκές οδηγίες και την οικονομική κρίση που μαστίζει την ΕΕ. Η πλευρά της παραμονής στην ΕΕ θα πρέπει να εργαστεί σκληρά για να κινητοποιηθούν οι ψηφοφόροι και να παρουσιάσει τα οφέλη της ΕΕ πιο αποτελεσματικά έτσι ώστε να αποτρέψει ένα ρήγμα που θα έχει στρατηγικές επιπτώσεις. Στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό η ένταξη στην ΕΕ δεν αποτέλεσε ποτέ μεγάλο θέμα για τους Βρετανούς, όπως επίσης ποτέ δεν υπήρξε μεγάλος ενθουσιασμός για την ΕΕ γενικότερα. Η αντίδραση έναντι της ΕΕ προήλθε από τη δεξιά, και είναι η αιτία που προέκυψε το δημοψήφισμα, αλλά και από την αριστερά η οποία είχε προκαλέσει το πρώτο δημοψήφισμα το 1975, μόλις δύο χρόνια μετά την είσοδο της Μεγάλης Βρετανίας στην τότε Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Το Συντηρητικό Κόμμα παραδοσιακά είναι διχασμένο όσο αφορά την ΕΕ και την εποχή της Συνθήκης του Μάαστριχτ διχάστηκε τόσο έντονα που οδηγήθηκε σε τρείς διαδοχικές ήττες έναντι των Εργατικών του Τόνι Μπλέρ. Αν και η κυβέρνηση των Εργατικών δεν υπέκυψε στο να υιοθετήσει το Ευρώ έναντι της Λίρας και δεν συμμετείχε στην ζώνη του Σένγκεν, ποτέ δεν υπήρξε αμφισβήτηση της προσήλωσης της Μεγάλης Βρετανίας στην Ευρώπη υπό τις κυβερνήσεις των Εργατικών μέχρι το 2010, οπότε υπήρξε η νίκη των Συντηρητικών υπό τον Ντέηβιντ Κάμερον, χωρίς απόλυτη πλειοψηφία με αποτέλεσμα να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας με τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες. Αυτό αδυνάτισε την επιρροή του Κάμερον στο εσωτερικό του κόμματός του, όπου πολλοί βουλευτές ήταν έντονα συντηρητικοί και Ευρωσκεπτικιστές. Την ίδια στιγμή, το Κόμμα Ανεξαρτησίας Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP) αναδείχθηκε ως μια έντονα συντηρητική φωνή κατά της ΕΕ και της μετανάστευσης. Η άνδρωση του αισθήματος εναντίον της ΕΕ, προήλθε κυρίως από τη ροή μεταναστών από χώρες μέλη της ΕΕ στην Ανατολική Ευρώπη. Αυτό σε συνδυασμό με το φόβο διαρροών προς το UKIP, ανάγκασαν τον Κάμερον να προχωρήσει σε μια σειρά παραχωρήσεις προς την έντονα συντηρητική πλευρά του Κόμματός του και στο τέλος να υποσχεθεί τη διενέργεια του δημοψηφίσματος. Το 2015 στις εκλογές ο Κάμερον εξασφάλισε απροσδόκητα οριακή αυτοδυναμία, αλλά έπρεπε να κρατήσει την υπόσχεσή του για το δημοψήφισμα. Η κυβέρνηση είναι διχασμένη. Αρκετοί υπουργοί έχουν ενταχθεί στην εκστρατεία της εξόδου από την ΕΕ, το ίδιο και ο Μπόρις Τζόνσον που θεωρείται και πιθανός διάδοχος του Κάμερον στην ηγεσία των Συντηρητικών. Το ίδιο διχασμένη είναι και η κοινοβουλευτική ομάδα του Κόμματος. Αυτή η κατάσταση έχει καταστήσει το δημοψήφισμα εκτός από μάχη για την έξοδο ή όχι από την ΕΕ, να είναι και σκληρή μάχη για τον έλεγχο και το μέλλον του Συντηρητικού Κόμματος. Πολλοί πίστευαν μέχρι πρόσφατα ότι όλα αυτά δεν έχουν σημασία και σοβαρή επιρροή για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος με δεδομένο ότι το Εργατικό Κόμμα και το Εθνικό Κόμμα της Σκωτίας θα προσφέρουν τις απαιτούμενες ψήφους για την επικράτηση της παραμονής στην ΕΕ. Η μεγάλη ήττα των Εργατικών στις εκλογές του 2015 και η εκλογή στην ηγεσία του Κόμματος του ακραίου Τζέρεμι Κόρμπιν, έχει περιπλέξει τα πράγματα. Ο Κόρμπιν πολλές φορές έχει πάει κόντρα στις παραδοσιακές θέσεις του Κόμματός του και έχει εναντιωθεί στη συμμετοχή της Μεγάλης Βρετανίας στην ΕΕ. Βέβαια έχει πλέον πάρει σαφή θέση υπέρ της παραμονής της χώρας στην ΕΕ, λέγοντας βέβαια το συνηθισμένο παραμύθι που ακούμε και στην Ελλάδα από τους όμοιους του, που βρίσκονται στην κυβέρνηση, ότι η Ευρώπη πρέπει να αλλάξει, αλλά η αλλαγή θα προέλθει από συνεργασία με τους συμμάχους εντός της ΕΕ. Και το ερώτημα που έρχεται στο νου είναι απλό. Που τους βλέπει τους συμμάχους; Ο Πρωθυπουργός, Ντέηβιντ Κάμερον, σε μια προσπάθεια ενίσχυσης της εκστρατείας για παραμονή, επιδίωξε μια συμφωνία με τις Βρυξέλλες για μεταρρύθμιση στη σχέση της Μεγάλης Βρετανίας με την ΕΕ. Η συμφωνία που προέκυψε το Φεβρουάριο, είναι ένα μίγμα ουσιαστικών και φαινομενικών συμβιβασμών. Παρόλα αυτά ο Πρωθυπουργός απέκτησε τη δυνατότητα να μπορεί να πει ότι κατάφερε μια ειδική σχέση για τη Μεγάλη Βρετανία έναντι των Βρυξελλών. Βέβαια η αντίπαλη πλευρά αποκήρυξε τη συμφωνία ως διακοσμητική, επιμένοντας ότι η σχέση με την ΕΕ πλήττει τη εθνική κυριαρχία της χώρας και την επιρροή του Κοινοβουλίου. Η προεκλογική εκστρατεία που βρίσκεται σε εξέλιξη ενόψει του δημοψηφίσματος χαρακτηρίζεται από μια αμφιθυμία. Το στρατόπεδο που είναι υπέρ της εξόδου χαρακτηρίζεται από ένα σύνολο ισχυρισμών που σχετίζονται με επανάκτηση της κυριαρχίας και τον έλεγχο των συνόρων της Βρετανίας. Υποστηρίζει ότι τα 30 δις Ευρώ που η Μεγάλη Βρετανία διαθέτει ετησίως στον προϋπολογισμό της ΕΕ θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν πολύ καλύτερα στο εσωτερικό της χώρας. Στους κρίσιμους τομείς του εμπορίου και της ενιαίας αγοράς, επιδιώκει να καθησυχάσει τους ψηφοφόρους, λέγοντας ότι η Μεγάλη Βρετανία θα είναι σε θέση να διαπραγματευτεί μια νέα συμφωνία με την ΕΕ που στην ουσία θα είναι ίδια με την ενιαία αγορά. Ισχυρίζεται ότι η ΕΕ θα αναγκαστεί να το κάνει διότι πουλάει περισσότερα στη Μεγάλη Βρετανία από ό, τι αγοράζει, και ότι η Μεγάλη Βρετανία θα έχει την ελευθερία να διαπραγματευτεί εμπορικές συμφωνίες προς το συμφέρον της σε αναπτυσσόμενα μέρη του κόσμου, όπως η Ασία. Ταυτόχρονα υπενθυμίζει ότι η Μεγάλη Βρετανία είναι η πέμπτη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και παραμένει μια σημαντική παγκόσμια δύναμη. Από την πλευρά της η κυβέρνηση και ο Ντέηβιντ Κάμερον υπενθυμίζουν ότι το 44% των εξαγωγών της χώρας πάει στην ΕΕ και ότι για να διατηρηθεί η πρόσβαση στην ενιαία αγορά – η οποία προσδίδει σημαντικά μεγαλύτερα οφέλη από ότι μια απλή ελευθέρων συναλλαγών συμφωνία – η Μεγάλη Βρετανία θα πρέπει να είναι σύμφωνη με τους κανονισμούς της ΕΕ, να καταβάλει στον προϋπολογισμό της ΕΕ και να συνεχίσει να δέχεται την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των ανθρώπων , συμπεριλαμβανομένων των μεταναστών από την ΕΕ. Αυτά είναι τα θέματα που το στρατόπεδο εναντίον της παραμονής στην ΕΕ αντιτίθεται περισσότερο. Όσο για άλλους εμπορικούς εταίρους, το επιχείρημα είναι ότι διαπραγματεύεσαι καλύτερα όταν έχεις πίσω σου μια οικονομία 500 εκατομμυρίων, κάτι που δεν θα μπορείς να κάνεις μόνο ως Μεγάλη Βρετανία. Όπως τονίζεται χάρη στην ιδιότητα μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η χώρα επωφελείται από συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με 50 χώρες σε όλο τον κόσμο. Σε αντίθεση με τους λαϊκίστικους ισχυρισμούς του στρατοπέδου εξόδου, το στρατόπεδο που είναι υπέρ της ΕΕ αναζητά την υποστήριξη των ψηφοφόρων για ένα status quo του οποίου τα στοιχεία είναι περίπλοκα και ασαφή. Ακόμη και εκείνοι που υποστηρίζουν την ένταξη στην ΕΕ θέλουν να δουν περιορισμό της γραφειοκρατίας. Επίσης κριτικάρουν έντονα τους ειδικούς κανονισμούς και ορισμένες πολιτικές της γραφειοκρατίας. Η κυβέρνηση έχει τονίσει τις οικονομικές αβεβαιότητες που ελλοχεύουν στην περίπτωση εξόδου από την ΕΕ, καθώς και τα οφέλη της παραμονής στην, που περιλαμβάνουν θέσεις εργασίας, επενδύσεις και χαμηλότερες τιμές. Διαπραγμάτευση εξόδου της ΕΕ με τη Μεγάλη Βρετανία, κατά το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας συνεπάγεται μη δοκιμασμένες διαδικασίες, και αναπόφευκτα θα είναι παρατεταμένη. Η στρατηγική επιχειρηματολογία γύρω από την εμπορική αξία που η Μεγάλη Βρετανία θα αποκτήσει από το να είναι εντός ή εκτός της ΕΕ, απουσιάζει. Το στρατόπεδο της εξόδου περιφρονεί τους αντιπάλους ως άτολμους που αρνούνται την έμφυτη δύναμη της Μεγάλης Βρετανίας και τη διεθνή επιρροή της. Νοσταλγούν την εθνικιστική άποψη ότι μια έξοδος από την ΕΕ θα επιτρέψει στη Μεγάλη Βρετανία να ενισχύσει την ειδική σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες και εταίρους της Κοινοπολιτείας, όπως η Ινδία και η Αυστραλία. Στην πρόσφατη επίσκεψή του στο Λονδίνο, ο Αμερικανός Πρόεδρος, Μπαράκ Ομπάμα, άκομψα, ανέφερε ότι η Μεγάλη Βρετανία, θα είναι ισχυρότερη υπερατλαντικά ως μέλος της ΕΕ. Το ίδιο και ο Πρωθυπουργός της Ινδίας Ναρέντα Μόντι, που είπε ότι βλέπει τη Μεγάλη Βρετανία ως σημείο εισόδου στην ΕΕ,. Η Υπουργός Εξωτερικών της Αυστραλίας Τζούλι Μπίσοπ, ανέφερε ότι είναι προς το συμφέρον μας εάν μια ισχυρή Μεγάλη Βρετανία παραμείνει μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Βέβαια, μένει να δούμε εάν όλες αυτές οι εξωτερικές παρεμβάσεις θα λειτουργήσουν υπέρ της παραμονής ή θα έχουν το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα, όπως συνέβη με το δημοψήφισμα στην Ελλάδα. Και η Μεγάλη Βρετανία δεν είναι Ελλάδα και κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ για να μετατρέψει το ΟΧΙ σε ΝΑΙ. Είναι σοβαρή χώρα. Το στρατόπεδο του Brexit, χρησιμοποίησε επίσης τις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις στην Ευρώπη για να ενισχύσει τις ανησυχίες σχετικά με τον έλεγχο των συνόρων και της μετανάστευσης. Ο Ντέηβιντ Κάμερον από την πλευρά του υποστηρίζει ότι η ΕΕ, όπως το ΝΑΤΟ και ο ΟΗΕ, είναι ένα ζωτικής σημασίας εργαλείο που μπορεί να χρησιμοποιήσει η Βρετανία για να ενισχύσει τη δύναμη του έθνους στον κόσμο και να πολλαπλασιάσει την ικανότητά της χώρας να προωθήσει τα συμφέροντα της. Είναι επίσης σημαντικό από στρατηγικής άποψης να αντιληφθεί κανείς, ότι ένα Brexit, θα δημιουργούσε σοβαρό πρόβλημα στο εσωτερικό της Ευρώπης και κατ’ επέκταση θα πυροδοτούσε μια μεγάλη κρίση στη διεθνή σταθερότητα. Τα τελευταία πέντε χρόνια, τα θεμέλια της ΕΕ τρίζουν επικίνδυνα λόγω της οικονομικής κρίσης και των προγραμμάτων στήριξης, όπως αυτών στην Ελλάδα. Η κρίση με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες από τη Μέση Ανατολή και την Αφρική, σε συνδυασμό με την τρομοκρατία του ISIS έχουν προκαλέσει και συνεχίζουν να προκαλούν ρήγματα και ένταση στις σχέσεις μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ. Μια αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας, λόγω των μεγάλων δυνατοτήτων που έχει στους τομείς της Άμυνας, της Ασφάλειας και των Πληροφοριών, θα ήταν θανάσιμο πλήγμα και για τις δυο πλευρές στον τομέα της ασφάλειας. Μια αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας, της δεύτερης σε μέγεθος οικονομίας της ΕΕ, της τρίτης με μέγεθος πληθυσμού χώρας μέλος, θα προκαλούσε επίσης θανάσιμο πλήγμα στο μέγεθος και σαν αποτέλεσμα στην επιρροή της ΕΕ ευρύτερα. Στο εσωτερικό θα έδινε ακόμη ισχυρότερο βήμα στα Ευρωσκεπτικιστικά, ακροδεξιά και εθνικιστικά κόμματα. Θα πυροδοτούσε ακόμη πιο έντονα την κρίση με τη Ρωσία και την όρεξη της Μόσχας να εκμεταλλευτεί την κρίση που θα ξεσπάσει. Και καλό θα είναι να μην παραβλέψουμε ότι θα αποτελέσει άνοιγμα για ξεκάθαρη ηγεμονία της Γερμανίας στην Ευρώπη, με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει. Για την ισορροπία της ανάλυσης βέβαια, είναι καλό να πούμε ότι απέναντι σε όλα αυτά, υπάρχει και ο αντίλογος, ο οποίος λέει ότι η αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας και η πιθανότητα να οδηγήσει στη διάλυση της ΕΕ, ίσως να είναι και μια θετική εξέλιξη. Με δεδομένο μάλιστα ότι η γραφειοκρατία των Βρυξελλών, έχει αποδειχτεί επιεικώς ανίκανη και μόνο προβλήματα δημιουργεί, αντί να δίνει λύσεις, ίσως, υποστηρίζουν κάποιοι, να ήρθε η ώρα να επιστρέψουμε σε μια Ευρώπη των παλιών καλών ημερών που κυριαρχούσαν οι σφαίρες επιρροής. Μια εποχή που κάθε κράτος είχε δυνατότητα να κάνει παιχνίδι σε διάφορα επίπεδα, με στόχο την προώθηση των συμφερόντων του. Και να μην ξεχνάμε και την Ελλάδα. Οπως έχει καταντήσει την Ελλάδα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, στην περίπτωση του Brexit, το κτύπημα θα είναι τέτοιο που δύσκολα θα επιβιώσει η χώρα. Αλλά αυτό είναι από μόνο του μια μεγάλη ανάλυση. Ένα είναι σίγουρο. Το επόμενο μήνα στη Μεγάλη Βρετανία γίνεται ένα δημοψήφισμα, από το αποτέλεσμα του οποίου διακυβεύεται, όχι μόνο το μέλλον της ίδιας της χώρας που ψηφίζει, αλλά το μέλλον της Ευρώπης και του διεθνούς συστήματος.
 
mignatiou.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου