Ούτε ένα, ούτε δύο, ούτε τρία…  Τέεσερα χρόνια διεκδικεί η Τουρκία στην ΑΟΖΓια τέσσερα χρόνια η Άγκυρα προβάλλει γραπτώς και δάα υπομνημάτων προς την ΕΕ διεκδικήσεις εντός των χωρικών υδάτων και της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας. Διαμηνύει προς τις Βρυξέλλες ότι...
«οι ενέργειες των Ελληνοκυπρίων δεν περιφρονούν απλώς τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων» για την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων που βρίσκονται στο νότιο τμήμα της Κύπρου, αλλά και ότι επίσης διεκδικεί θαλάσσιες ζώνες «στα δυτικά του νησιού».
Η Άγκυρα έχει φτάσει μάλιστα στο σημείο να συγκεκριμενοποιήσει τις διεκδικήσεις της υποβάλλοντας και συντεταγμένες προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, διά των οποίων παραπέμπει στα δυτικά του γεωγραφικού μήκους 32°16’18”E, απέναντι από τον Ακάμα, πλησίον της Πάφου, όπου ισχυρίζεται ότι έχει «νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα». Οι τουρκικές διεκδικήσεις στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου (στο νότιο και δυτικό τμήμα που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία) καταγράφονται σε όλο τους το εύρος, στο πλαίσιο εγγράφου που υπέβαλε η Τουρκία προς την Ευρωπαϊκή Ενωση (βλέπε φωτοτυπία).
Το έγγραφο, το οποίο απεκάλυψε ο «Φ», κοινοποιήθηκε προς όλα τα κράτη-μέλη, περιλαμβανομένης και της Κυπριακής Δημοκρατίας στις 19 Απριλίου 2011. Ωστόσο, παρά τη γνώση που έλαβαν, η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της Κυπριακής Δημοκρατίας, στο σύνολό τους, φάνηκαν κατώτερες των περιστάσεων, καθώς σε καμιά περίπτωση δεν χάραξαν εθνική στρατηγική και δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε αποφάσεις αναχαίτισης των τουρκικών διεκδικήσεων. Οι όποιες δηλώσεις και ανακοινώσεις έγιναν από την τότε κυβέρνηση και τα κόμματα της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης κινούνταν στη σφαίρα της εσωτερικής κατανάλωσης και σε καμιά περίπτωση δεν οδήγησαν στη λήψη ουσιαστικών αποφάσεων για αποτροπή του τουρκικού επεκτατισμού.
Χρειάστηκαν τέσσερα χρόνια για «να χτυπήσει το ξυπνητήρι» του κυπριακού κράτους, κάτι που έγινε με την έκδοση της NAVTEX και την εισβολή του Μπαρμπαρός Χαϊρεντίν Πασά και της συνοδείας του στην κυπριακή ΑΟΖ. Στην πραγματικότητα, το κυπριακό κράτος αναγκάστηκε να ξυπνήσει μπροστά στη μεγαλύτερη τουρκική πρόκληση μετά το 1974. Όλο αυτό το διάστημα των τεσσάρων ετών, από τις γραπτές προειδοποιήσεις της Τουρκίας μέχρι την υλοποίηση των απειλών -διά της παραβίασης της κυπριακής ΑΟΖ- πέρασε αναξιοποίητο από τους πολιτικούς μας ηγέτες.
Η Άγκυρα έχτιζε σιγά-σιγά τις διεκδικήσεις της και οι κυπριακοί θεσμοί (κυβέρνηση και κόμματα) εξαντλούσαν τα όρια παρέμβασής τους για αναχαίτιση των τουρκικών διεκδικήσεων στα κοινοτικά κείμενα της έκθεσης της Κομισιόν και της Ευρωβουλής για την Τουρκία και των Συμπερασμάτων του Συμβουλίου. Χωρίς καμιά στρατηγική και χωρίς επιδίωξη συμμαχιών για αναχαίτιση της τουρκικής επιθετικότητας, στον ευρωπαϊκό χώρο, όπου κατά τα λοιπά η Κυπριακή Δημοκρατία έχει το προνόμιο του κράτους-μέλους.
Τέσσερα σχεδόν χρόνια αργότερα, το τουρκικό έγγραφο καθίσταται πιο επίκαιρο από ποτέ και καταδεικνύει ότι οι ηγέτες της Κύπρου όχι μόνο δεν κατάφεραν να αναχαιτίσουν εν τη γενέσει τους τις τουρκικές διεκδικήσεις, αλλά ούτε καν ήταν σε θέση να αξιολογήσουν ορθά τις κινήσεις της Άγκυρας. Παραθέτουμε λέξη προς λέξη τις τουρκικές θέσεις, όπως υποβλήθηκαν στο Συμβούλιο Σύνδεσης της 19ης Απριλίου 2011: ·
«Από το 2003 η ‘Ελληνοκυπριακή Διοίκηση’ έχει επιδιώξει μια πολιτική στην ανατολική Μεσόγειο, μέσω σύναψης διμερών συμφωνιών θαλάσσιας οριοθέτησης, διεξάγοντας έρευνες πετρελαίου/φυσικού αερίου και εκδίδοντας άδειες για τέτοιες δραστηριότητες γύρω από το νησί. Οι ηπειρωτικές υφαλοκρηπίδες και οι αποκλειστικές οικονομικές ζώνες στη Μεσόγειο δεν έχουν ακόμη καθοριστεί και οριοθετηθεί. Αυτό απορρέει κυρίως από το γεγονός ότι υπάρχει ένα πλήθος περιπλοκών και διασυνδεδεμένων θεμάτων αναφορικά με τις περιοχές θαλάσσιας δικαιοδοσίας. Η Τουρκία έχει τη γνώμη ότι οι οριοθετήσεις της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας ή της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης σε μια ημίκλειστη θάλασσα, όπως η Μεσόγειος, θα πρέπει να πραγματοποιούνται με συμφωνία και με σεβασμό στα δικαιώματα και τα συμφέροντα των ενδιαφερομένων τρίτων χωρών, σύμφωνα με τις βασικές αρχές του Διεθνούς Δικαίου. ·
Η ‘Ελληνοκυπριακή Διοίκηση’ δεν αντιπροσωπεύει νομικά ή στην πράξη τους Τουρκοκυπρίους και την Κύπρο στο σύνολό της. Η ‘Ελληνοκυπριακή Διοίκηση’ δεν έχει δικαίωμα να διαπραγματεύεται και να συνάπτει διεθνείς συμφωνίες, ούτε και να θεσπίζει νόμους σχετικά με την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων για λογαριασμό ολόκληρου του νησιού. · Ως εκ τούτου, αυτές οι ενέργειες της ελληνοκυπριακής πλευράς δεν μπορούν να θεωρηθούν κενές περιεχομένου,καθώς έχουν άμεση επίπτωση στα ευαίσθητα ζητήματα της κυριαρχίας και της διακυβέρνησης.
Αυτές οι μονομερείς ενέργειες περιορίζουν και προδικάζουν τα υφιστάμενα και έμφυτα ίσα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων επί των θαλασσίων περιοχών του νησιού. Όντας ένα από τα ζητήματα που ρυθμίζονται από τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις για συνολική διευθέτηση, η υπεράκτια αναζήτηση και εκμετάλλευση κοιτασμάτων υδρογονανθράκων, θα ήταν καλύτερα να τίθετο προς απόφαση στο κοινό κοινοβούλιο της μελλοντικής συνεταιριστικής κυβέρνησης. ·
Είμαστε αποφασισμένοι, μαζί με τους Τουρκοκύπριους να συνεχίσουμε να προβάλλουμε ενστάσεις κατά των μονομερών αυτών ενεργειών, μέσω διπλωματικών και πολιτικών καναλιών. Είναι σοβαρά μας προσδοκία, όλοι να ενεργήσουν με κοινή λογική αποφεύγοντας ένταση που προκαλούν μονομερείς ενέργειες και να αγωνιστούν για να ενισχύουν την προοπτική για μια τελική και συνολική διευθέτηση του κυπριακού προβλήματος, ειδικά σε αυτή την κρίσιμη καμπή. · Οι ενέργειες των Ελληνοκυπρίων δεν περιφρονούν απλώς τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων αλλά επίσης διεκδικούν τις περιοχές θαλάσσιας δικαιοδοσίας της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, στα δυτικά του νησιού.
Η Τουρκία έχει νόμιμα δικαιώματα και συμφέροντα στην Ανατολική Μεσόγειο, ειδικά στα δυτικά του γεωγραφικού μήκους 32°16’18”E. Η θέση αυτή είναι συνεπής με τους σχετικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου και τις καθιερωμένες εθιμικές πρακτικές. Η Τουρκία προσδίδει σημασία στη διατήρηση της ειρήνης και σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο», καταλήγει το τουρκικό έγγραφο. Στο ψυγείο οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας Αυτό που όφειλε να πράξει το κυπριακό κράτος από το 2011, όταν η Τουρκία υπέβαλλε γραπτώς προς την ΕΕ τις διεκδικήσεις της στη θαλάσσια περιοχή της Κύπρου, έλαβε χώρα 4 σχεδόν χρόνια αργότερα, ως αποτέλεσμα της εισβολής πλέον της Άγκυρας στα κυπριακά χωρικά ύδατα και στην κυπριακή ΑΟΖ.
Η Λευκωσία αποφάσισε το πάγωμα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας και ο Νίκος Αναστασιάδης ενημέρωσε διά επιστολής τους ομολόγους του. Στην επιστολή, ο πρόεδρος της Δημοκρατίας καθιστά σαφές ότι η τουρκική επιθετικότητα οδήγησε τη Λευκωσία στην υιοθέτηση μιας σειράς μέτρων, «περιλαμβανομένου της άσκησης βέτο στο άνοιγμα οποιουδήποτε νέου διαπραγματευτικού κεφαλαίου στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας».
Η κίνηση Αναστασιάδη ήταν απολύτως ενδεδειγμένη. Αλλά, για να μην εκληφθεί ως φραστικό πυροτέχνημα και να μην αφήνεται καμιά σκιά, η απόφαση της Λευκωσίας θα πρέπει να τοποθετηθεί και στα πρακτικά του Συμβουλίου Γενικών Υποθέσεων, διά γραπτής δήλωσης του αρμοδίου υπουργού Γιαννάκη Κασουλίδη. Υπενθυμίζεται ότι ανάλογη πρακτική ακολουθήθηκε και το 2009, επί διακυβέρνησης Χριστόφια, όταν ο τότε υπουργός Εξωτερικών Μάρκος Κυπριανού ανακοίνωνε και αιτιολογούσε διά γραπτής δήλωσης στα πρακτικά του Συμβουλίου το μονομερές πάγωμα έξι τουρκικών διαπραγματευτικών κεφαλαίων.
Γράφει: Παύλος Ξανθούλης
www.hellasforce.com